Τις τελευταίες ημέρες παρακολουθήσαμε την συνέχεια της έντονης αντιπαλότητας ανάμεσα στην Κυβέρνηση και την Δικαιοσύνη. Οι σκληρές τοποθετήσεις και οι αντεγκλήσεις των θεσμικών φορέων τους μαρτυρεί την αυξανόμενη ένταση της αναζωπύρωσης αυτής της περιόδου.
Σε κάθε φάση τον χορό σέρνει ο αναρμόδιος για τα θέματα της Δικαιοσύνης αναπληρωτής υπουργός Υγείας! Κάθε φορά όμως αποδεικνύεται προπομπός και διαμορφωτής της κοινής γνώμης για την υποδοχή της κοινής κυβερνητικής αντίληψης και πολεμικής κατά των εκάστοτε στόχων. Η καθεστωτική αντίληψη αυτής της Κυβέρνησης και η προσπάθεια εγκαθίδρυσης του δικού της κατεστημένου επιτάσσει την αμφισβήτηση των άλλων θεσμών ώστε να μπορεί με πρόσχημα την αποκατάσταση ή την ανανέωση τους να τους περιορίσει ή και να τους ελέγξει. Αυτήν την άποψη απηχούσε και η παλαιότερη δημόσια τοποθέτηση του κυβερνητικού οδοστρωτήρα για την Δικαιοσύνη ότι χρειάζεται (η Δικαιοσύνη) νέο αίμα.
Η κυβερνητική πλευρά χαρακτηρίζοντας και υποτιμώντας δια του στόματος του ίδιου του πρωθυπουργού τις δικαστικές αποφάσεις ως «θεσμικά εμπόδια» καταγγέλλει τους φορείς της για άσκηση αντιπολίτευσης με την έκδοση μη αρεστών σε αυτήν αποφάσεις και κάνει λόγο για το δικαίωμα έκφρασης γνώμης και άσκησης κριτικής. Η άλλη πλευρά καταγγέλλει την κυβέρνηση για προσπάθεια παρέμβασης, εκφοβισμού, χειραγώγησης κά, ενώ ζητά ή και απαιτεί να αφεθεί απερίσπαστη στον θεσμικό της ρόλο.
Η εν λόγω, ως άνω περιγραφόμενη αντιδικία αποδεικνύει την θεσμική παρακμή. Πράγματι και οι κρίνοντες μπορούν και πρέπει να κρίνονται. Θα έπρεπε να ελέγχονται θεσμικά και υπεύθυνα και όχι με επικοινωνιακούς και αγοραίους όρους. Όμως οι αρμόδιοι θεσμοί επιθεώρησης και ελέγχου της δικαστικής λειτουργίας, των δικαστικών λειτουργών και της εφαρμογής των νόμων αργούν και παραβλέπουν ή δεν μπορούν εξαιτίας του όγκου και του φόρτου να εντοπίσουν ουσιαστικές παρατυπίες και παραφωνίες εις βάρος του πολίτη με συνέπεια να έχει απολεσθεί σε μεγάλο βαθμό η εμπιστοσύνη στον θεσμό.
Επιπλέον δεν μπορεί να θεωρούν οι φορείς της δικαστικής εξουσίας ότι δεν υπάρχει η εντύπωση και στον τελευταίο πολίτη στενής σχέσης τους με την εκτελεστική και την πολιτική. Δεν διαφεύγει της προσοχής κανενός ότι κάποιοι ανώτατοι Δικαστικοί συνταξιοδοτούνται και στελεχώνουν ανεξάρτητες Αρχές ή αξιοποιούνται κυβερνητικά. Είχαμε βέβαια και το παράδειγμα εν ενεργεία δικαστικού λειτουργού να μεταπηδά στην ενεργό πολιτική. Επομένως δεν είναι άξιο απορίας γιατί το κύρος του θεσμού φθίνει ώστε ο καθένας να εκστομίζει και την πιο χοντροκομμένη έως χυδαία κριτική.
Καθοριστικό ρόλο μπορούν και πρέπει να παίξουν οι Δικηγόροι και οι Δικηγορικοί Σύλλογοι σε μια σύγχρονη, ανοιχτή, διαφανή, μη φοβική διαδικασία ανάταξης τόσο του κύρους όσο και κυρίως του ίδιου του θεσμού της Δικαιοσύνης. Θα μπορούσε να συγκροτηθούν στο πλαίσιο των Συλλόγων επιτροπές υποδοχής και ελέγχου αναφορών, παραπόνων και καταγγελιών για συμπεριφορές και αποφάσεις των λειτουργών της Δικαιοσύνης ώστε σε αγαστή συνεργασία των φορέων της να αντιμετωπίζονται οι κάθε είδους εκτροπές. Άλλωστε ακόμη και τα κατά καιρούς παραδικαστικά κυκλώματα από καταγγελίες πολιτών και προσπάθειες Δικηγόρων αποκαλύφθηκαν. Πόσες αποφάσεις που προκαλούσαν την ίδια την λογική δεν είχαν ελεγχθεί από κανέναν και εμβρόντητοι και έντρομοι οι Δικηγόροι και οι εντολείς τους έρχονταν αντιμέτωποι με τον παραλογισμό!
Εξάλλου υποχρέωση των ίδιων των θεσμικών φορέων της Δικαιοσύνης είναι να στέκονται απέναντι τόσο στα φαινόμενα σήψης των λειτουργών της, όσο όμως και απέναντι στις πολλές μέχρι σήμερα αδικίες εις βάρος των πολιτών αυτού του τόπου. Πολλές φορές όμως μέσα σε αυτά τα χρόνια της κρίσης στην πολύπαθη Πατρίδα μας βλέπουμε την Δικαιοσύνη να λειτουργεί ως κολυμβήθρα και να ξεπλένει, τεντώνοντας σαν λάστιχο τον νόμο, τις αντισυνταγματικές, νομικά και λογικά ασυνεπείς και ασύμβατες διατάξεις επιβολής των μέτρων της υποτέλειας του ελληνικού λαού ώστε σήμερα εύκολα να βρίσκονται ευήκοα ώτα στις εις βάρος της επιθέσεις.
Γιώργος Αρ. Μπουλούκος
Δικηγόρος-Σύμβουλος ΔΣΑ
Συμπαραστάτης του Πολίτη και της Επιχείρησης Περιφέρειας Πελοποννήσου