Μια συνήθης και ιδιαίτερα ψυχοφθόρα για τους πολίτες πρακτική των τραπεζών (αλλά και άλλων εταιριών που διαθέτουν τα στοιχεία του πολίτη, πχ εταιρίες κινητής τηλεφωνίας) είναι η απόδοση των προσωπικών στοιχείων που τους έχει εμπιστευτεί ο οφειλέτης σε εισπρακτικές εταιρίες, οι οποίες ενοχλούν τηλεφωνικά και επανειλημμένα τον οφειλέτη, δημιουργώντας του ψυχική πίεση με αθέμιτο τρόπο.
Η πρακτική αυτή είναι τις περισσότερες φορές παράνομη και συνιστά παραβίαση των προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη, ο οποίος μπορεί να αποζημιωθεί από την Τράπεζα με ποσά τουλάχιστον 5.863 Ευρώ και άνω, ανάλογα το ύψος της ηθικής βλάβης που έχει υποστεί. Η υποχρέωση αυτή των τραπεζών (και κάθε άλλου νομικού προσώπου) πηγάζει από το Ν. 2472/1997. Σε γενικές γραμμές, η Τράπεζα, πριν μεταβιβάσει τα προσωπικά δεδομένα του οφειλέτη σε εισπρακτική εταιρία οφείλει να τον ενημερώσει και να ζητήσει την έγκριση του εγγράφως και δεν αρκούν οι γενικοί όροι που έχουν υπογραφεί μεταξύ τους, συνήθως κατά την υπογραφή της σύμβασης δανείου. (γεγονός το οποίο πολλοί αγνοούν και θεωρούν ότι έχουν δώσει τέτοια έγκριση στην Τράπεζα). Να σημειωθεί επίσης ότι σε περίπτωση χειρισμού της υπόθεσης από δικηγόρο, αυτός μπορεί να τηλεφωνήσει μόνο μια φορά στον οφειλέτη για να τον ενημερώσει και να ερευνηθεί η πιθανότητα συμβιβαστικής λύσης. Από κει και πλέον θα πρέπει να επικοινωνεί μόνο με το δικηγόρο του οφειλέτη.
Όταν ο οφειλέτης δεχτεί τηλεφώνημα από εισπρακτική εταιρία, πρέπει να ζητήσει εγγράφως (σε επιστολή ή email) από την εταιρία (συνήθως παραπέμπεται στον προϊστάμενο) τον τρόπο με τον οποίο η εισπρακτική εταιρία έλαβε τα προσωπικά του δεδομένα και ποιος της τα παρείχε. Η εισπρακτική εταιρία είναι υποχρεωμένη να τα αποστείλει, όπως και συμβαίνει στην πράξη.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, εάν η αγωγή του είναι πλήρης και παραθέτει όλα όσα ο Νόμος προβλέπει, εκδίδεται απόφαση η οποία υποχρεώνει την Τράπεζα να αποζημιώσει τον οφειλέτη λόγω ηθικής βλάβης, τουλάχιστον για ποσό 5.863 Ευρώ. Είναι δυνατόν να επιδικαστεί και πιο υψηλό ποσό, ιδίως σε περιπτώσεις επανειλημμένων τηλεφωνικών οχλήσεων. Πολύ πρόσφατη σχετική δικαστική απόφαση είναι η Ειρ.Αθ. 96/2016, η οποία ανοίγει στην ουσία το δρόμο για τη διεκδίκηση από μεγάλο αριθμό οφειλετών χρηματικών ποσών από την ηθική τους βλάβη από τη συμπεριφορά αυτή των τραπεζών. Τα έξοδα άλλωστε για την άσκησης της εν λόγω αγωγής δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλα, εν τούτοις μέχρι σήμερα δεν έχει κατατεθεί ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός αγωγών, πιθανόν λόγω της ελλιπούς ενημέρωσης των οφειλετών.
Πρόσφατα επικυρώθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών δικάζοντος κατ’ έφεση απόφασης Ειρηνοδικείο, νομολογιακά η υποχρέωση των τραπεζών και λοιπών ιδιωτών να αποζημιώνουν πολίτες των οποίων τα προσωπικά δεδομένα έχουν χορηγήσει σε τρίτα πρόσωπα (εισπρακτικές εταιρίες). Όπως αποφαίνονται οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να ενημερώνουν γραπτώς τους δανειολήπτες που έχουν «κόκκινα» δάνεια στην περίπτωση που μεταβιβάσουν τα προσωπικά τους δεδομένα σε συγκεκριμένη εισπρακτική εταιρεία. Αλλά και οι εισπρακτικές εταιρείες πρέπει να ενημερώνουν τους δανειολήπτες ότι έχουν στη διάθεση τους τα προσωπικά τους στοιχεία γιατί σε διαφορετική περίπτωση τηλεφωνούν παράνομα. Τα παραπάνω αποτελούν νόμιμη υποχρέωση τους, παρότι πολλάκις οι εισπρακτικές εταιρίες αρνούνται να χορηγήσουν τα στοιχεία, γεγονός τελείως αντίθετο στο νόμο και τις ως τώρα δικαστικές αποφάσεις
Εάν δεν τηρηθούν οι παραπάνω προϋποθέσεις ο δανειολήπτης, σύμφωνα με τις νέες επίμαχες δικαστικές αποφάσεις του Ειρηνοδικείου και του Πρωτοδικείου, μπορεί να διεκδικήσει αποζημίωση για ηθική βλάβη η οποία ανέρχεται σε τουλάχιστον 5.863 Ευρώ, όπως ορίζει ο σχετικός νόμος, ποσό το οποίο μπορεί να αυξηθεί ανάλογα με την ένταση της προσβολής των προσωπικών δεδομένων. Το γεγονός αυτό, επικυρώθηκε πλέον και από τις υπ’ αριθμ. 3428/2016 Πρωτοδικείου Αθηνών και 273/2016 Ειρηνοδικείου Αθηνών, ανοίγοντας στην ουσία το δρόμο σε δανειολήπτες που παράνομα ενοχλούνται από εισπρακτικές εταιρίες, να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη και να αποζημιωθούν από την τράπεζα και μάλιστα σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα.
Τέλος θα πρέπει να τονιστεί ότι πολλές φορές η τράπεζες και οι συνεργαζόμενες εισπρακτικές εταιρίες δίνουν παρελκυστικές απαντήσεις στους πολίτες για παράδειγμα ότι «η σύμβαση σας μας δίνει το δικαίωμα» κάτι το οποίο δεν ισχύει καθώς όπως ορίζεται στην Απόφαση «Άλλωστε, συνεχίζουν ως «συγκατάθεση» ορίζεται «η ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βούλησης, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επίγνωση, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, που τον αφορούν». Με απλά λόγια, πριν χορηγηθούν στον τρίτο τα στοιχεία σας, απαιτείται να δώσετε ρητή και συγκεκριμένη συγκατάθεση, έχοντας επίγνωση του γεγονότος, κάτι το οποίο σχεδόν ποτέ δεν εφαρμόζεται.
Εάν λοιπόν πληρούνται οι παρακάτω προϋποθέσεις:
1. Εκχώρηση από Τράπεζα ή άλλη εταιρία (πχ εταιρία τηλεφωνίας) των στοιχείων σας σε τρίτο που σας ενοχλεί τηλεφωνικά
2. Η οφειλή σας είναι μικρή (γιατί γίνονται οχλήσεις και για ποσά περί τα 100 Ευρώ) ή η οφειλή του δανείου εξοφλείται, αλλά με καθυστέρηση.
3. Εναλλακτικά, εάν ενοχλούνται τηλεφωνικά συγγενικά πρόσωπα του οφειλέτη
Σύμφωνα με πλήθος αποφάσεων των δικαστηρίων σε πρώτο βαθμό, αλλά και στο εφετείο, μπορείτε να λάβετε αποζημίωση το λιγότερο 5.863 Ευρώ συν τους τόκους από το χρόνο άσκησης της αγωγής εφόσον επικοινωνήσετε με δικηγόρο και κινηθείτε νομικά. Η αμοιβές μπορούν και να συμφωνηθούν είτε με ποσοστό επί του ποσού που θα επιδικαστεί, είτε με αμοιβή κατά περίπτωση.
Τέλος, σχετικά με πρόσφατα (Μάρτιος 2017) δημοσιεύματα σχετικά με το πόρισμα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών σχετικά με τις πρακτικές των εισπρακτικών, σύμφωνα με την εισαγγελική λειτουργό που ερεύνησε την υπόθεση, δεν προέκυψε η διάπραξη του κακουργήματος της εκβίασης, καθώς: «οι εταιρείες δεν επεδίωκαν παράνομο όφελος από την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες, αλλά είχαν το δικαίωμα να ζητούν τα οφειλόμενα». Παρ’ όλα αυτά, η εισαγγελέας αναφέρει ότι τυχόν ευθύνες τους για τέλεση πλημμελημάτων διώκονται μόνο μετά από έγκληση του παθόντα. Αυτό σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι οι εισπρακτικές εταιρίες και ιδίως οι τράπεζες που τους χορήγησαν προσωπικά δεδομένα πελατών τους απαλλάσσονται από τις τυχόν αστικές τους ευθύνες για αποζημίωση.
Το συγκεκριμένο πόρισμα ουδεμία σχέση έχει με την τύχη της άσκησης αγωγής αποζημίωσης, καθώς ερευνά μόνο ζητήματα ποινικού δικαίου. Η νομολογία μέχρι σήμερα παραμένει θετική για τους δανειολήπτες που ασκούν αγωγές αποζημίωσης λόγω ηθικής βλάβης από την παραβίαση των προσωπικών τους δεδομένων.
Γράφει
ο δικηγόρος Βασίλειος Τσορμπατζίδης
scoops.gr