Κορωνοϊός: Περαιτέρω μείωση κρουσμάτων – Στα 22 τα νέα στα 2192 τα συνολικά – Ένας άνθρωπος χάθηκε από COVID-19

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Τα νέα νούμερα της επιδημίας COVID-19 στη χώρα μας, έδωσε στη δημοσιότητα ο καθηγητής παθολογίας Σωτήρης Τσιόδρας. Σύμφωνα με τη νέοτερη ανακοίνωση, στα 2192 έχουν φτάσει τα επιβεβαιωμένα κρούσματα στη χώρα, ενώ οι συνολικοί θάνατοι ασθενών που αποδίδονται στη νόσο έχουν φτάσει τους 102.

Λιγότερα από τα χθεσινά ήταν τα ημερήσια κρούσματα που επιβεβαιώθηκαν στη χώρα. Σύμφωνα με την καθιερωμένη ενημέρωση από τον καθηγητή παθολογίας Σωτήρη Τσιόδρα και τον υφυπουργό Προστασίας του Πολίτη Νίκο Χαρδαλιά, 22 νέα περιστατικά του κορωνοϊού SARS-CoV-2 καταγράφηκαν στην Ελλάδα, ενώ 1 άνθρωπος έχασε τη ζωή του κατά το τελευταίο 24ωρο.

“Πάμε καλά, είναι νωρίς για συζητήσεις για την άρση των μέτρων”, τόνισε ο καθηγητής κ. Τσιόδρας.

Από τα 2192 κρούσματα στη χώρα:

  • τα 559 κρούσματα (25,5%) είναι σχετιζόμενα με ταξίδι από το εξωτερικό
  • τα 899 κρούσματα νόσησαν μετά από επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα

ΔΙΑΣΩΛΗΝΩΜΕΝΟΙ – ΜΕΘ

Διασωληνωμένοι νοσηλεύονται στα νοσοκομεία 72 συμπολίτες μας, με διάμεση ηλικία τα 68 έτη.

  • οι 57 είναι άνδρες
  • οι 15 είναι γυναίκες
  • το 82% από αυτούς έχει υποκείμενο νόσημα ή είναι ηλικιωμένα άτομα, από 70 ετών και άνω.
  • 29 ασθενείς έχουν εξέλθει από τις ΜΕΘ

ΘΑΝΑΤΟΙ

Τέλος, έχουμε 1 ακόμη καταγεγραμμένο θάνατο και 102 θανάτους συνολικά στη χώρα.

  • οι 74  ήταν άνδρες
  • οι 28  γυναίκες
  • τα 73 έτη ήταν η διάμεση ηλικία των θανόντων
  • το 89,2 % είχε κάποιο υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία 70 ετών και άνω.

Έχουν συνολικά ελεγχθεί 50.771 κλινικά δείγματα

Τσιόδρας: Το μαθηματικό μοντέλο του Χάρβαρντ για την επιστροφή στην κανονικότητα

Ο καθηγητής κ. Τσιόδρας αναφέρθηκε σε επιστημονική ομάδα από το πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, η οποία ανέπτυξε ένα μαθηματικό μοντέλο που θα παρακολουθεί την πορεία του ιού.

Πρόκειται για εκτιμήσεις, εξήγησε ο κος Τσιόδρας και αναφέρθηκε σε αυτές τονίζοντας: «το μοντέλο εκτιμά ότι θα υπάρξουν νέα επιδημικά κύματα του ιού τους επόμενους χειμώνες μετά το αρχικό σοβαρό κύμα που έχουν βιώσει οι περισσότερες χώρες».

Ο κ. Τσιόδρας επισήμανε ότι αν δεν υπάρξει ένα αποτελεσματικό μέτρο, όπως ένα εμβόλιο ή μια αποτελεσματική θεραπεία, τότε τα μέτρα που ζούμε όλοι μας θα είναι το κρίσιμο σημείο για την επιτυχή αντιμετώπιση του ιού μέχρι να χτιστεί αυτό που ονομάζουμε συλλογική ανοσία. Σημείωσε μάλιστα ότι οι επιστήμονες εκτιμούν «την πιθανότητα πιο σημαντικών επιδημιών τον χειμώνα σε σχέση με το καλοκαίρι και την ανάγκη συνεχούς επαγρύπνησης και επιτήρησης του ιού για τουλάχιστον τα επόμενα δύο χρόνια».

Ωστόσο, σημείωσε ότι ο ιός μπορεί να κάνει εξάρσεις το καλοκαίρι στο νότιο ημισφαίριο και άφησε να εννοηθεί ότι έχει πιθανότητες να «εισαχθεί» στη χώρα μας μέσω ταξιδιωτών, όπως συμβαίνει και με τον ιό της γρίπης.

Τι απάντησε ο Σωτήρης Τσιόδρας στο ερώτημα εάν θα έχουν ελευθερία κινήσεων όσοι έχουν ήδη νοσήσει

Ο κ. Τσιόδρας έκανε αναφορά σε έναν σοβαρό προβληματισμό που απασχολεί την διεθνή επιστημονική κοινότητα και αφορά τους ανθρώπους που νόσησαν και κατά πόσο αυτοί θα μπορούν να έχουν μία ελευθερία κινήσεων στο εξής. «Με δεδομένη τη «γνώση» και όχι τα σαφή επιστημονικά δεδομένα ότι η ανοσία κρατάει τουλάχιστον για ένα έτος, κάτι το οποίο δεν μπορούμε να πούμε προς το παρόν, το πόσο ισχυρή είναι η ανοσία κάποιου που έχει περάσει τον κορονοϊό, μπορεί να μην είναι το ίδιο για κάποιον που έχει νοσήσει ελαφρά ή κάποιον που έχει νοσήσει χωρίς συμπτώματα». Αυτό που ξεκαθάρισε ο κ. Τσιόδρας είναι ότι δεν θέλουμε να υπάρξει μια ψευδής αίσθηση ασφάλειας.

Αναφερόμενος στις προσπάθειες που γίνονται για αποτελεσματικά φάρμακα και εμβόλια, είπε «ελπίζουμε να έχουμε καλύτερα νέα τις επόμενες εβδομάδες για τα φάρμακα και για τους επόμενους για το εμβόλιο. Περισσότερα από 70 εμβόλια είναι σε φάση ανάπτυξης, αλλά μόνο ένα από αυτά τα εμβόλια είναι σε φάση 2, δηλαδή δίνεται σε μεγαλύτερο αριθμό εθελοντών προκείμενου να εξεταστεί η ασφάλεια και η κατάλληλη δόση του». Ο ίδιος τόνισε ότι είμαστε μακριά από το εμβόλιο και κυρίως τη μαζική παραγωγή και διάθεσή τους. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ θα πρέπει να περιμένουμε τουλάχιστον 12 μήνες, κατέληξε.

Πηγή